Γράφει
ο Τάσος Σεβαστιάδης
Το ζήτημα της ξενοφοβίας και του
ρατσισμού το έζησα από μικρός στο “τομάρι” μου.
Το πρώτο Σάββατο της εγκατάστασής μου
στο Μόναχο της Γερμανίας και ενώ περίμενα τον πατέρα μου στην είσοδο ενός
σταθμού του μετρό (Μάριεν Πλατς), μόλις 16 χρονών, με πλησίασε ένας Γερμανός
και άρχισε να με ρωτάει τι καταγωγής ήμουν. Δεν καταλάβαινα. Οι γνώσεις μου στη
γερμανική γλώσσα ήταν περιορισμένες. Όταν με τα πολλά κατάλαβα τι ρωτούσε, του
είπα:
- Griche (Έλληνας).
- Was? Griche? (Τι; Έλληνας;) Φτου!! Και με
'βρώμισε” με τα σάλια του.
Πειράχτηκα, θύμωσα, αισθανόμενος
ταυτόχρονα και μια αηδία που δεν ξεχνιέται και ας πέρασαν 45 χρόνια. Το μόνο
που αποφάσισε στη στιγμή το δεκαεξάχρονο μυαλό μου ήταν να του ρίξω δύο γροθιές
με αποτέλεσμα να τον ξαπλώσω καταγής.
Αυτή η σκηνή δεν βγήκε ποτέ απ' το μυαλό μου.
Μια άλλη σκηνή που επίσης δεν βγαίνει
απ' το μυαλό μου είναι από μια διήγηση του παππού μου Δημήτρη Σεβαστιάδη. Θυμάμαι
τα λόγια του σαν τώρα.
«Όταν, μετά τη μικρασιατική καταστροφή,
έπιασε το καράβι το λιμάνι της Θεσσαλονίκης για να αποβιβαστούμε, βλέπουμε από
κάτω στο ντοκ ένα τσούρμο καμιά πενηνταριά καθοδηγούμενα παλιοτόμαρα να
βρίζουν, να ουρλιάζουν, πετώντας πέτρες που κρατούσαν στα χέρια τους…. «Τουρκόσποροι,
Τουρκόσποροι…» Μαζεύτηκε η ψυχή μας κουβάρι. Δεν χωρούσαν στο μυαλό μας αυτά
που βλέπαμε και ακούγαμε. Από την άλλη πλευρά, οι Τούρκοι μας έβριζαν και μας
έσφαζαν επειδή ήμασταν «Γκιαούρηδες». Έλυσε το καράβι και φύγαμε για τον
Πειραιά. Και εκεί εκτυλίχθηκαν οι ίδιες σκηνές. Τελικά μόνο στην Κεφαλλονιά
όπου αποβιβαστήκαμε βρήκαμε ησυχία. Εκεί οι άνθρωποι είχαν άλλα μυαλά. Δεν
είχαν σκοτάδια στα κεφάλια τους».
Δυστυχώς υπάρχουν τέτοιοι κατά καιρούς
και στη χώρα μας που γίνονται όργανα συμφερόντων.
Τελικά θα πάω στο έκτακτο Δημοτικό
Συμβούλιο της Δευτέρας και δεν θα φωνάζω… «Τουρκόσποροι…Τουρκόσποροι…», σ’ αυτά
τα ανθρώπινα πλάσματα, που τα ίδια συμφέροντα με τότε, τα ξέρασε η μοίρα στον
τόπο μας. Θα έχω μια καλή κουβέντα να πω.
Τάσος Σεβαστιάδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου